Άρθρο μου στην εφημερίδα Political
Οι μεταρρυθμίσεις αποτέλεσαν ζήτημα προτεραιότητας για πολλές ελληνικές κυβερνήσεις. Κάποιες μεταρρυθμίσεις επιβλήθηκαν στη δύσκολη εποχή των μνημονίων.
Σήμερα όμως βρισκόμαστε στο δεύτερο μισό ενός οικειοθελούς μεταρρυθμιστικού κύκλου που τον καθιστούν ζωτικό ο πολιτικός λόγος και οι δεσμεύσεις της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Όταν το 2019 η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις εκλογές, ο βασικός λόγος ήταν ο καθαρός προγραμματικός της λόγος. Ένας λόγος ρεαλιστικός με στρατηγικό σχεδιασμό και κοινωνικές αναφορές. Οι μεταρρυθμίσεις δεν αφορούσαν μια ασαφή προσπάθεια εκσυγχρονισμού.Είχαν σαφείς αναφορές σε παθογένειες που ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία για δεκαετίες.Μάλιστα, με σαφή ιδεολογικό πρόσημο ήρθαν να ανατρέψουν τις αρνητικές πολιτικές εμμονές όλων εκείνων που πάντα ζητούν αλλαγή αλλά δεν είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν.
Κομβικές μεταρρυθμίσεις στον πρώτο κυβερνητικό κύκλο της Νέας Δημοκρατίας ήταν ο εκσυγχρονισμός της επαφής του κράτους με τους πολίτες, η πολιτική προστασία, η εκπαίδευση και το σύνολο όλων των πολιτικών του προγράμματος 2.0 και του Ταμείου Ανάκαμψης. Όλα τα παραπάνω, παρ’ όλες τις εξωτερικές και εξωγενείς αιτίες, επέφεραν αποτέλεσμα, καθώς πριν και πάνω απο όλα βοήθησαν στην αλλαγή συμπεριφοράς και νοοτροπίας και στους πολίτες και στο κράτος.Είναι για παράδειγμα, εντυπωσιακό όταν μετά τις 10 το βράδυ μπορείς να εκδώσεις μόνος σου σε λίγα λεπτά μια υπεύθυνη δήλωση που χρειάζεσαι, από τη ζεστασιά του σπιτιού σου. Όπως είναι εντυπωσιακά και τα αποτελέσματα του 112 για την προστασία της ανθρώπινης ζωής κατά τη διάρκεια των ακραίων φυσικών καταστροφών που πυροδοτεί η κλιματική κρίση.
Στον δεύτερο κυβερνητικό κύκλο της κυβέρνησης της ΝΔ έχουν προγραμματιστεί μεταρρυθμίσεις με σαφέστατο παραγωγικό χαρακτήρα αλλά και μια σε πραγματικό χρόνο διασύνδεση των μεταρρυθμίσεων με πολιτικές διαφάνειας, ατομικής ευθύνης και βιωσιμότητας.
Οι αλλαγές στην Παιδεία για ένα εκπαιδευτικό σύστημα εξωστρεφές, δυναμικό και ανταγωνιστικό, η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων και η προσέλκυση ξένων ακαδημαϊκών ερευνητικών κέντρων στη χώρα μας αποτελούν μία εκ βάθρων μεταρρύθμιση που θα δημιουργήσει ένα νέο γνωστικό πλεόνασμα για την ελληνική κοινωνία και ειδικότερα για τους νέους.
Η Επιτροπή που σύστησε ο Έλληνας πρωθυπουργός για τη διερεύνηση των συνεπειών της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ), οι νέες ταυτότητες, η διεύρυνση του ρόλου της πολιτικής προστασίας στο απότοκο και όσων συνέβησαν σε Έβρο, Ρόδο και Θεσσαλία είναι μόνο μερικές από τις πρωτοβουλίες που συνεχίζουν τις στρατηγικές μεταρρυθμίσεις που θα πραγματοποιούν σε αυτό τον κυβερνητικό κύκλο.
Η Ελλάδα, κόντρα σε παγιωμένες τακτικές, δεν αφήνει την καθημερινότητα να κάμψει το μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα.
Με πίστη και όραμα συνεχίζεται ο διμέτωπος αγώνας ώστε να αμβλύνονται τα προβλήματα της καθημερινότητας- όπως η ακρίβεια, το Μεταναστευτικό και η δημόσια υγεία – και συγχρόνως οι μεταρρυθμίσεις να δημιουργούν γόνιμο έδαφος για εκείνες τις αλλαγές που απαιτούνται στο κράτος, στις υποδομές και την κοινωνία. Ο δρόμος μοιάζει δύσκολος αλλά επιτακτικός.
Άλλωστε, οι μεταρρυθμίσεις αποδίδουν πολλαπλασιαστικά στην κοινωνία και την οικονομία μέσα από την εφαρμογή τους.
Για αυτό οι αρνητές της μεταρρύθμισης αποτελούν τη βασική έκφραση ενός καταδικασμένου, μη παραγωγικού και ξεπερασμένου μοντέλου που τους ωφελεί εις βάρος των πολλών.